ψευδεγγραφῆς

ψευδεγγραφῆς
ψευδεγγρᾰφ-ῆς γραφή, , an action brought by a citizen
A to show that he has been wrongly entered in a list of debtors, an action for false entry, Arist.Ath.59.3, cf. Lycurg.Fr.12; Ἀναψυκτίδου διώξαντος

ψευδεγγραφὴν φλεν κτλ. IG11(2).146

B29 (Delos, iv B.C.), cf. Inscr.Délos399A98 (ii B.C.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παράσταση — I Η ενέργεια και το αποτέλεσμα του παριστώ, η με αισθητό τρόπο απόδοση συγκεκριμένων ή αφηρημένων πραγμάτων. Π. λέγεται και η εξωτερική όψη ανθρώπου και ο τρόπος της εξωτερικής του εμφάνισης, το παρουσιαστικό του. Επίσης, η κοινωνική εμφάνιση… …   Dictionary of Greek

  • ψευδεγγραφή — ἡ, Α φρ. «< ψευδεγγραφής γραφή» (αττ. δίκ.) αγωγή την οποία ασκούσε ένας πολίτης, που κακώς και ψευδώς είχε καταγραφεί στον κατάλογο τών οφειλετών προς το δημόσιο, εναντίον εκείνου που κατέγραψε την οφειλή ή εκείνου που προκάλεσε την ψευδή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”